τέλμα

01

To διάβαζα χτες στην επιστολή διαμαρτυρία της συναδέλφου από την Σκύρο, το έζησα ξανά σήμερα  σε μια επίσκεψη. Δεν μπορείς να το φανταστείς. Αν δεν το ΄χεις ζήσει, δεν το συλλαμβάνει ο νους σου πόσο βασανιστικά ακατόρθωτο είναι για έναν υπερήλικα που χρόνια τώρα ξέρει πως για να μείνει ζωντανός πρέπει να παίρνει ένα χάπι από το ασπροκόκκινο κουτί το πρωί, ένα από τα μπλε το μεσημέρι και μισό από αυτά στο μπουκαλάκι το βράδυ, να αλλάζουν τα χρώματα, τα μπουκάλια, τα κουτιά, κάθε μήνα. Ανάλογα με το ποιο σκεύασμα της δραστικής θα δώσει ο φαρμακοποιός.

Όσο προσπαθώ να του εξηγήσω πιάνω το control να χαμηλώσω την τηλεόραση. Τρομοκρατήθηκε πως θα την κλείσω. “Όχι όχι και μετά μέχρι να ΄ρθει κάποιος δεν θα ξέρω να την ξαναβάλω στο ίδιο κανάλι”. 
Ψηφιακές δυνατότητες, αποκωδικοποιητές και e-prescription. Βιτρίνες. Ελλάδα 2013.

Και στα σωθικά τους, πάνω από ένας στους τέσσερις άνεργος, ένας στους δύο απορεί κι εκείνος πως ακόμη στέκει όρθιος,  ένας στους δεκαπέντε αναλφάβητος.

Το δωμάτιο ζεσταίνει μια σόμπα από κείνες που έχουν γεμίσει τα telemarketing με 30 ευρώ, η κρίση είναι ευκαιρία. Το υπόλοιπο σπίτι κρύσταλλο.

Ένα τσούρμο εγκληματίες φορτώνουν την ψυχή σου απόγνωση μέχρι να βγει να ησυχάσεις. Σε κάνουν να νοιώθεις ένας άχρηστος βλάκας, ένα περιττό βάρος για όλους που ούτε το χαζοκούτι δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει για να σπάσει την μοναξιά, τον φόβο, για να ακούγεται μια φωνή μες στο παγωμένο σπίτι.

Στα 75, στα 80, στα 90 σου. Τότε που περίμενες  πως θα ΄σαι κάπου ζεστά με τους ανθρώπους σου, πως θα φύγεις ήσυχος μέσα στα λίγα που έτσι κι αλλιώς μια ζωή είχες αλλά χορτάτος από ύπνο. Χωρίς να σε κρατάει ξάγρυπνο κάθε νύχτα η έννοια αν τα παιδιά και τα εγγόνια σου τουλάχιστον έβαλαν πετρέλαιο ή σου λένε ψέμματα, όλο και πιο ωχρά και αδυνατισμένα τα βλέπεις τελευταία. 

Εφορία, χαρτάκια, προτεραιότητες, ουρές. Η πιο μεγάλη έξω από το γραφείο Δικαστικού για τις ρυθμίσεις.
Μια γυναίκα κρατάει από το χέρι ένα κοριτσάκι δυόμιση – τριών χρονών. Η μικρή βαριέται, μας περιεργάζεται, λέμε όλοι μια χαζομάρα για να περάσει η ώρα της, η ώρα μας. Κάποια στιγμή ξαπλώνει στο πάτωμα, αρχίζει να κάνει βαρελάκια και να μας γελάει. Την σηκώνει η μητέρα,

“έλα έλα φτάνει, τέρμα. Τέρμα..”. Μουτρώνει, παίρνει το λούτρινο σκυλί που σέρνει μαζί της και κάθεται απέναντι σε μια από τις καρέκλες. Άδειες όλες. Ούτε για να γλυτώσουμε την ορθοστασία και την ταλαιπωρία στις ουρές τους δεν μας απαντάει να κάτσουμε πια. Εκεί, πάνω κάτω στους διαδρόμους, όρθιοι, μην περάσει το Νο που λέει το χαρτάκι κι άντε πάλι από την αρχή μέχρι να σου κάνει την τιμή η εκπρόσωπος του κράτους να σου διαμηνύσει μέχρι πόσες δόσεις το πολύ μπορεί να διαμελιστεί η αξιοπρέπειά σου, δεν αξίζει πια κι όσο πολύ νομίζεις. “Μα δεν μπορώ ούτε τα 300 κάθε μήνα να δίνω”. Κρατάει ένα μάτσο χαρτιά, τα δείχνει στην υπάλληλο, προσπαθεί να αποδείξει πως από το περσινό φορολογικό έτος που αφορούν τα εισοδήματα για τα οποία χρωστούν έως σήμερα, εκείνη έμεινε άνεργη και ο μισθός του άντρα της μειώθηκε κατά 50%. “Μην τα ξαναλέω περιμένουν κι άλλοι, αν δεν καταλαβαίνετε..” 

Βγαίνει σχεδόν βουρκωμένη.

Νεύρα, απελπισία, δεν εντοπίζεις κι εύκολα πλέον τις διαχωριστικές γραμμές στα μάτια μας, δεν προλαβαίνεις. Δεν τα κρατάμε πια και τόση ώρα ψηλά.

Η μικρή εκλαμβάνει το βλέμμα της σαν να αφορά εκείνη. “Εντάτσι τέλμα..” λέει και σηκώνεται. Για να μη νομίζεις δηλαδή πως γίναμε και τίποτα ρήτορες σπουδαίοι επειδή μάθαμε να λέμε το ρ. Στο τέρμα, το τέλμα  μας την είχε στημένη.

Ναι περιμένουν κι άλλοι. Νέες γενιές περιμένουν να τις μυήσουν οι εκπαιδευτικοί των 700 ευρώ, πως θα ξεχάσουν κι εκείνες την ουσία των πραγμάτων. Προνομιούχες γενιές.  Θα ξέρουν  να αλλάζουν τα κανάλια στην tv χωρίς βοήθεια και αντί για το βραδινό χάπι από το μπουκαλάκι θα παίρνουν μισό like και 1/4 sms.
Εσένα μόνο μια διαχρονική συμμορία και μια μειοψηφία του 30% σε περιμένουν. Να σε υποχρεώνουν να τσαλαπατάς την αξιοπρέπεια, τη ζωή σου,  να σέρνεσαι από γραφείο σε γραφείο παρακαλώντας για το αυτονόητο. Για ένα καινούργιο αυτονόητο κάθε μέρα. Αυτονόητο να τρέξεις και του έφορα την κατουρημένη ποδιά να φιλήσεις για να ρυθμίσεις την οφειλή. Τα χειρότερα, ό,τι μπορείς από την κάθε μέρα σου να σώσεις, να γλυτώσεις. Το αυτόφωρο να γλυτώσεις, γιατί αν σε σταματήσει πλέον ο μπάτσος με το αυτοκίνητο, μπορεί να διασταυρώσει αν χρωστάς εσύ ο εγκληματίας.

Τεχνολογίες στην υπηρεσία του κράτους και  e-διακυβέρνηση  όσο εκείνοι παίζουν με στικάκια και ετοιμάζουν την νέα παραγγελία εξοπλιστικών, δέκα φορές το έλλειμμα που εσύ και οι όμοιοί σου δημιουργήσατε.  Χαστούκια απανωτά.  Στα 30, στα 35, στα 40 σου. Στην πιο παραγωγική σου ηλικία.  Όταν φαντάστηκες πως θα ξεκινάς να χτίζεις οικογένεια, καριέρα κι όχι με νύχια και με δόντια να υποστυλώνεις κάθε μέρα ό,τι κατόρθωσες μέχρι σήμερα κι όλο και πιο κοντά να ΄ρχεται το πρωί που τίποτα δεν θα βρεις, θα έχουν όλα σου κατεδαφιστεί. Γιατί έτσι αποφάσισε ο κυρ έφορας, ο βουλευτής που διόρισε τον έφορα, ο αρχηγός που έφτιαξε τον βουλευτή, οι συντεχνίες που έστησαν τον αρχηγό στα πόδια του. Τέλμα. 

Διαβάζω σε ιντερνετικά forum,  μιλάω με φίλους στο εξωτερικό, μαζεύω πληροφορίες, ό,τι μπορώ να καταλάβω για τις συνθήκες και τις προϋποθέσεις για πρόσληψη σε Δημόσια νοσοκομεία. Κύπρος, Ιταλία. Γύρω γύρω. Για να μπορώ να τους παρηγορήσω, να παρηγορηθώ πως  “εντάξει δεν είναι τίποτα, μια ώρα πτήση“.  Κρυφά απ΄όλους τους δικούς μου το  κάνω. Ακόμη. Σε ποιον να το πεις, ποιος αντέχει κι άλλες άδειες ματιές κι άλλες άδειες καρέκλες στα Κυριακάτικα τραπέζια κι άλλα νούμερα στα τηλέφωνά μας με οχτακόσια ψηφία.

Στα 40, στα 45, στα 50 μας. Όταν έχουμε αποποιηθεί  πλέον όνειρα, ονόματα, τις ιδιότητες μας, όταν έχουμε οικειοθελώς δεχθεί για χάρη του συνόλου να γίνουμε αυτό που ορκιστήκαμε, να γίνουμε “ένας”. Να είμαστε ένας. Απ΄όλους. Για όλους. Αλλά και για χάρη του φιλότιμου να γίνουμε “κανένας” πάει πολύ, δεν φτάνουν μέχρι εκεί οι δυνάμεις μας.

Για μηχανοδηγοί σε τέτοια ελπιδοφόρα τραίνα δεν κάνουν τα βιογραφικά μας, ας πάρουν τις θέσεις άλλοι. Εκείνοι που αντέχουν ακόμη να βαυκαλίζονται πως στον καταραμένο τόπο που μας έλαχε να γεννηθούμε θα προβλέπονται ποτέ άλλοι ρόλοι εκτός από του νταβατζή και της πουτάνας. Στα 40, στα 45, στα 50 μας, μεγάλοι πια για πληρωμένους έρωτες. Πολύ μεγάλοι. Γιατί ξέρεις, δεν είναι τα λεφτά. Μην σε εκπλήξω αλλά δεν τα εξαγοράζουμε  όλοι όλα με ένα μάτσο 50ευρα.  Το γαμώτο είναι. Το γαμώτο, γαμώ την κοινωνία, την κοινοβουλευτική δημοκρατία σας και τους θεσμούς σας που έχουν το θράσος να μιλούν ακόμη για ελπίδες που εκείνοι θα υλοποιήσουν λες και υπάρχει πάνω τους κομμάτι που δεν βρωμοκοπάει από την σήψη, λες και είναι ακόμη τίποτα πάνω τους, μέσα τους, ζωντανό. Μιλάνε ρε οι πεθαμένοι? 

5 thoughts on “τέλμα

  1. Reblogged this on Yiovanna’s Blog and commented:
    Για μηχανοδηγοί σε τέτοια ελπιδοφόρα τραίνα, δεν κάνουν τα βιογραφικά μας, ας πάρουν τις θέσεις άλλοι. Εκείνοι που αντέχουν ακόμη να βαυκαλίζονται πως στον καταραμένο τόπο που μας έλαχε να γεννηθούμε θα προβλέπονται ποτέ άλλοι ρόλοι εκτός από του νταβατζή και της πουτάνας. Στα 40, στα 45, στα 50 μας, μεγάλοι πια για πληρωμένους έρωτες. Πολύ μεγάλοι. Γιατί ξέρεις, δεν είναι τα λεφτά. Μην σε εκπλήξω αλλά δεν τα εξαγοράζουμε όλοι όλα με ένα μάτσο 50ευρα. Το γαμώτο είναι. Το γαμώτο, γαμώ την κοινωνία, την κοινοβουλευτική δημοκρατία σας και τους θεσμούς σας που έχουν το θράσος να μιλάνε ακόμη για ελπίδες που εκείνοι θα υλοποιήσουν λες και υπάρχει πάνω τους κομμάτι που δεν βρωμοκοπάει από την σήψη, λες και είναι ακόμη τίποτα πάνω τους, μέσα τους, ζωντανό. Μιλάνε ρε οι πεθαμένοι?

  2. ………κι όταν όλοι μαζί είμαστε στο τέλμα κι ένας ένας χωριστά φτάνει στο τέρμα, καμιά σημασία δεν έχει πια εκείνη η, μικρή η μεγαλύτερη, ευθύνη που του αναλογεί. έχει όμως σημασία, κι ίσως μεγάλη, που στο τέλμα δεν αναπτύσσεται παρά ο λόγος της οργής, βίαιος, ορμητικός, σαρωτικός, που μπορεί να υπόσχεται μια πρόσκαιρη εκτονωτική ανακούφιση μα ξεθεμελιώνοντας τα πάντα, σωστά και λαθεμένα, αναγκαία και μη, χρήσιμα κι άχρηστα δεν προοιωνίζεται την επιστροφή στην ασφάλεια των σταθερών χρωμάτων αλλά την βαρβαρότητα της αρχετυπικής συμπεριφοράς της ισχύος…..

    • ποια ασφάλεια, ποια βαρβαρότητα και ποια οργή και τέρμα, μας έχουν ξεπεράσει όλα. κάθε μέρα μας ξεπερνάνε πάνω που νομίζουμε πως κάτι καταλάβαμε. ούτε καν την πολυτέλεια του διαχωρισμού χρήσιμα-άχρηστα δεν έχουμε. μόνο τα τελείως αναγκαία πλέον. σε σκέψεις κυρίως. μόνο ότι συντελεί στο να κρατηθούμε όρθιοι. όπως

  3. Μην φυγεις. Κατσε οσο μπορεις. Οσο αντεχεις.
    Δεν ειναι μια ωρα πτηση. Ειναι το κενο αναμεσα στην εξαιρεση και τον κανονα.
    Κι εσυ εισαι εξαιρεση.

    • αν τελικά δεn φύγω, θα ΄ναι ακριβώς επειδή πιστεύω πως όχι, δεν είμαι.
      εξαίρεση είναι η υπάλληλος στην εφορία, οι όμοιοί της. αν πίστευα κάτι άλλο θα είχα ήδη φύγει. θενκς anyway

Leave a reply to Διάπυρος Ευχέτης Cancel reply